Σημαντικά ευρήματα, μεταξύ των οποίων ένα διώροφο κτήριο της νεολιθικής εποχής, έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στην Φαιστό, σε ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2023, για δεύτερη χρονιά.
Η αποστολή που ανασκάπτει την Φαιστό, είναι υπό την διεύθυνση του Pietro Militello, ενώ συμμετέχουν μέλη του Πανεπιστημίου της Catania, της Βενετίας και του CNR-ISPC. Η ανασκαφή έχει παραχωρηθεί από την Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών και αδειοδοτηθεί από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ηρακλείου. Εντάσσεται στο πενταετές (2021 - 2025) πρόγραμμα «Η μορφή της οίκησης στην Φαιστό μεταξύ Νεολιθικής και Ύστερο-ρωμαϊκής εποχής», που αποσκοπεί στην εξέταση κρίσιμων πτυχών της οικιστικής και περιβαλλοντικής ιστορίας της Φαιστού από την Νεολιθική εποχή μέχρι και την 1η χιλιετία π.Χ.
Η περιοχή στα Δυτικά του Ανακτόρου ερευνήθηκε μέσω τριών τομών, υπό την διεύθυνση αντίστοιχα των Pietro Militello (Τομή 1), Ilaria Caloi (Τομή 5) και Simona Todaro (Τομή 3). Η ομάδα των τοπογράφων με συντονίστρια την Francesca Buscemi, πραγματοποίησε την τοπογραφική αποτύπωση.
Στην Τομή 1, εντός του Χώρου NN αποκαλύφθηκαν δομές που ανήκαν σε έναν ή δύο χώρους της ΥΜ ΙΙΙΓ, που ξαναχρησιμοποιήθηκαν τον 11ο αι. π.Χ., προκειμένου να δημιουργηθεί ένας ανοιχτός ή πρόσκαιρα στεγασμένος χώρος. Στον τοίχο Ν είχε τοποθετηθεί μια σειρά από εγκαταστάσεις εστίασης, που χρησιμοποιήθηκαν σε διάφορες χρονικές περιόδους. Κατά τις τελευταίες, που χρονολογούνται μεταξύ του τέλους του 9ου και αρχές του 8ου αι. π.Χ., κατασκευάσθηκε ένας ενιαίος πάγκος κατά μήκος του τοίχου Ο, ενώ λίγο μετά κατασκευάστηκε ένα πρόχειρο πλακόστρωτο κεντρικά στον χώρο, με μία κατασκευή από κατακόρυφες πλάκες, κάποιες σε επανάχρηση, στην οποία αποδίδεται πιθανά ένας λατρευτικός χαρακτήρας.
Την περίοδο ΥM IIIΓ/Γ την εντοπίζουμε ακριβώς πάνω από το στρώμα με την ανάμεικτη κεραμική που έχει θεωρηθεί ως τμήμα της λεγόμενης Grande Frana (Μεγάλη Κατολίσθηση), στα όρια του σκάμματός μας. Αξιοσημείωτη υπήρξε η ανακάλυψη ενός εγχυτρισμού που χρονολογείται στην MM IIIB και στον οποίο πιθανώς να ανήκει η φακοειδής σφραγίδα F8350.
Οι έρευνες στην ΒΔ περιοχή και στην άνω Αυλή έφεραν στο φως ανάλογη στρωματογραφική ακολουθία τοίχων των ιστορικών χρόνων πάνω από δάπεδο της ΥM IIIΓ, κατασκευασμένο με τη σειρά του, επάνω σε στρώματα της MM III. Επίσης οι έρευνες αυτές υπέδειξαν πως το λιθόστρωτο της άνω Αυλής χρονολογείται στην MM III και πως στα δυτικά υπήρχε μια περιοχή κενή κατασκευών.
Η Τομή 3 διανοίχτηκε στα δυτικά στα Οικίας, νότια της Ράμπας και έφερε στο φως μια ακολουθία επάλληλων αρχιτεκτονικών δομών για ένα συνολικό ύψος 6,80 μ.).
Πρόκειται για μια συνηθισμένη πρακτική στην Φαιστό γνωστή ως in situ rebuilding, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό της επικάλυψης των δύο ανακτόρων όπου στην περίπτωση της Τομή 3 αρχίζει με ένα νεολιθικό κτήριο που διατηρείται σε ύψος 1,70 μ, και ολοκληρώνεται με ένα τοίχο των αρχών του 7ου αι. π.Χ. καλύπτοντας έναν μικρό χώρο – αποθήκη που περιείχε δύο αμφορείς του τέλους του 8ου – αρχές 7ου αι. π.Χ .
Η σημαντικότερη είδηση αφορά την νεολιθική εποχή, που παρ' όλο τις μεγάλες δυσκολίες που σχετίζονται με τα βάθη και την παρουσία ύστερων κατασκευών, απέδωσε ένα διώροφο κτήριο και/ή με μεσοπάτωμα που σύμφωνα και με τα σπίτια του Σέσκλου, στηριζόταν από εσωτερικά χωρίσματα.
Κατεστραμμένο από φωτιά εξ αιτίας της οποίας διατηρήθηκε το επίχρισμα από χώμα και πηλό, το κτήριο στη συνέχεια σφραγίστηκε με τα πεσμένα υλικά του ορόφου που αποτελούνταν από πέτρες, ασβεστοκονίαμα και ωμόπλινθους. Τα υλικά αυτά, εύθρυπτα και τα οποία μοιάζουν με χαλαρή άμμο, μετατράπηκαν σε ένα πολύ σκληρό υλικό που μοιάζει με σκυρόδεμα, το οποίο κάλυψε τους τοίχους και σφράγισε τα ερείπια του Πρώτου Ανακτόρου.
Η Τομή 5 διανοίχτηκε στους Χώρους MM και OO, στα δυτικά της Οικίας στα νότια της Ράμπας. Στον Χώρο OO ένα στρώμα καταστροφής που για την ώρα χρονολογείται μεταξύ του τέλους του 8ου και του 7ου αι. π.Χ. καλύπτει όλο τον χώρο. Προς μεγάλη έκπληξη, στο στρώμα καταστροφής στην ΒΑ γωνία του χώρου, κρυμμένη στο εσωτερικό ενός τεράστιου πίθου και κάτω από το πήλινο καπάκι αποκαλύφθηκε μια απόθεση χάλκινων αντικειμένων που ανήκουν σε πανοπλία: ο ομφαλός μιας ασπίδας (οι δύο παραγναθίδες ενός κράνους και πολλά θραύσματα, πιθανώς προερχόμενα από μια ζώνη.
Σ’ ένα χαμηλότερο επίπεδο, γύρω από τον πίθο και κοντά σε έναν δεύτερο, που βρέθηκε κατά χώραν αλλά νοτιότερα, βρέθηκε μια ομάδα από αρύβαλλους (σσ: ένα μικρό σφαιρικό δοχείο με στενό στόμιο το οποίο περιείχε αρώματα ή ελαιόλαδο), που χρονολογούνται μεταξύ του τέλους του 8ου και αρχές του 7ου αι. π.Χ. Ο αρύβαλλοι μαζί με την απόθεση της πανοπλίας, φαίνεται να είναι δηλωτικά ενός χώρου λατρείας. Ο εντοπισμός του μεγάλου κατωφλιού (με μήκος 1,60 μ.) που βρίσκεται στον τοίχο Ε του χώρου, και οδηγεί στον Χώρο ΜΜ υποδηλώνει την σημασία του Χώρου OO για την Φαιστό των αρχών της Εποχής του Σιδήρου.
ΠΗΓΗ: εφημ "Πατρίς", 3.4.2024. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου