Amfipoli News: ΤΙ ΑΝΑΦΕΡΟΥΝ ΤΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΑΦΙΞΗΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ?

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2024

ΤΙ ΑΝΑΦΕΡΟΥΝ ΤΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΑΦΙΞΗΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ?



Ξετυλίγοντας τον μίτο της Αριάδνης φίλοι μου, με απώτερο σκοπό να φωτιστούν τα αίτια που οδήγησαν στο θάνατο του Αλεξάνδρου, μέλλει να αποκαλυφθούν εδώ και άλλες επιπρόσθετες πτυχές της ίδιας υπόθεσης, αρχής γενομένης από το Τραπεζικό καθεστώς της Βαβυλώνας, το οποίο εξακολουθεί να παραμένει έως και σήμερα στην αθέατη πλευρά της ιστορίας. 

Σύμφωνα με όσα καταδεικνύουν οι πήλινες πινακίδες που έφερε στο φως το 1910 ο Γερμανός αρχαιολόγος Rombert Koldewey (1855-1925), γίνεται φανερό πως ανάμεσα στους Βαβυλωνιακούς ναούς που λειτουργούσαν ως Τραπεζικά καταστήματα, συμπεριλαμβάνονταν και δυο ξεχωριστοί ιδιωτικοί Τραπεζικοί Οίκοι, οι ιδιοκτήτες των οποίων ήταν Εβραιο-Χαλδαίοι. Επρόκειτο για τον Τραπεζικό Οίκο «Μurousu & Sons», ο οποίος είχε ισχυροποιηθεί σημαντικά στην εμπορική ζωή της Βαβυλώνας, πραγματοποιώντας σημαντικές συναλλαγές, ιδιαίτερα στις αγοραπωλησίες οικοπέδων μεγάλης έκτασης. 

Η έδρα του βρισκόταν στην πόλη Νιππούρ (νοτίως της Βαβυλώνας) και είχε υποκαταστήματα σε 200 περιοχές της πρώην Περσικής αυτοκρατορίας. 

Ο δεύτερος Τραπεζικός Οίκος ονομάζονταν «Igimbi», ο οποίος κατά το έτος 575 π. Χ. είχε γνωρίσει αρκετά μεγάλη ακμή, αλλά χρεοκόπησε κατά την εποχή του Αλεξάνδρου, όπως και όλες οι υπόλοιπες τράπεζες ναοί εν προκειμένω.

Οι τράπεζες αυτές, σύμφωνα με όσα αναφέρει η Petra Eisele στο βιβλίο της «Βαβυλώνα» (εκδ. Κονιδάρη 1987), προσέφεραν σχεδόν όλες τις υπηρεσίες που προσφέρουν και σύγχρονες τράπεζες, όπως η έκδοση επιταγών, η αποταμίευση, η έκδοση πιστωτικών εγγράφων και η Βαβυλωνιακή εκδοχή του χαρτονομίσματος που ήταν ένα είδος πήλινης πλάκας. 

Οι πολίτες της Βαβυλώνας φύλαγαν τις πλάκες σαν τα μάτια τους, όπως φυλάγουν οι σύγχρονοι δανειολήπτες τα διάφορα νομικά ή πιστωτικά συμβόλαια, έγγραφα κ.τ.λ., προκειμένου να είναι διασφαλισμένοι νομικά απέναντι στους πιστωτές και τις τράπεζες. 

Σχετικές γνώσεις με συγκεκριμένα τραπεζιτικά προϊόντα μπορούμε να λάβουμε μέσα από τα αποτελέσματα των ανασκαφών που διενεργήθηκαν στα ερείπια των αρχαίων ζιγκουράτ της Βαβυλώνας, τα οποία φανερώνουν ότι αντί για νομίσματα χρησιμοποιούνταν οι γνωστές πήλινες πινακίδες που αντιπροσώπευαν χρεωστικά έγγραφα ή υποσχέσεις πληρωμής κάποιου ποσού, οι οποίες αποτελούσαν στην πραγματικότητα ένα είδος «υποκατάστατου δανείου», που υπολογίζονταν σε χρυσό, αλλά παρακρατούνταν από τις τράπεζες. 

Μαζί με τις πήλινες πινακίδες ήρθε στο φως και το μυστικό του οικονομικού τους συστήματος, το οποίο ήταν εξίσου αποτελεσματικό με το σημερινό, καθώς οι άνθρωποι εκείνης της εποχής κατέφευγαν συνήθως στο δανεισμό, είτε λόγω ανάγκης, είτε λόγω απληστίας, προκειμένου να πετύχουν κάποιον σημαντικό επαγγελματικό στόχο ή ακόμα μια αγοραστική ευκαιρία. 

Στη Μεσοποταμία, ύστερα από ένα χρόνο κακής σοδειάς, οι αγρότες αναγκάζονταν να αποταθούν είτε στις τράπεζες είτε στο ιερατείο του Βαάλ για να δανειστούν όσα χρειάζονταν για το σπόρο της επόμενης χρονιάς. Ανάλογα συμπεριφέρονταν και οι υποψήφιοι επιχειρηματίες, καθώς τα δάνεια που αφορούσαν επαγγελματικές δραστηριότητες επισυνάπτονταν με το πάγιο επιτόκιο της εποχής, που ήταν συνήθως 33,3% πληρωτέο σε χρυσό, ενώ τα δάνεια που αφορούσαν αγροτικές ή κτηνοτροφικές εργασίες είχαν επιτόκιο 22%. 

Το συμβόλαιο όριζε την εξόφληση του δανείου σε τάλαντα και όχι σε καρπούς ή ζώα ή άλλα είδη, διαφορετικά οι δανειζόμενοι έχαναν τα σπίτια ή τα χωράφια τους, όπως ακριβώς γίνεται και σήμερα. Το χειρότερο απ’ όλα ήταν το γεγονός πως εάν οι δανειολήπτες δεν ξοφλούσαν τα χρέη τους, δεσμεύονταν τα παιδιά και οι γυναίκες τους, οι οποίοι πωλούνταν στη συνέχεια ως δούλοι, ακολουθώντας τη μοίρα τους και ο αρχικός δανειολήπτης, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι δούλοι της Βαβυλώνας να προέρχονται από χρέη και όχι από πολέμους. 

Σύμφωνα με την Petra Eisele λοιπόν, αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι αυτή η τεράστια οικονομική ευμάρεια των Εβραίων τραπεζιτών, (που δεν είχε προβλεφθεί από τους Χαλδαίους μάγους του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα κατά την εποχή της Βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας), οδήγησε σε 48 μόλις χρόνια στην ραγδαία οικονομική άλωση της Βαβυλώνας από τους πρώην αιχμαλώτους, οι οποίοι, ασχολούμενοι με τις πλέον προσοδοφόρες οικονομικές δραστηριότητες, είχαν κατορθώσει να μεταβάλλουν τους Βαβυλώνιους από μια παντοδύναμη χώρα σκληροτράχηλων κατακτητών, σε ανίσχυρους και ανυποψίαστους υποτελείς! 

Αυτό ήταν το πάγιο νομικό καθεστώς φίλοι μου, βάση του οποίου λειτουργούσαν οι Εβραιο-Χαλδαίοι τραπεζίτες εδώ και πολλούς αιώνες, οπότε ας γνωρίσουμε τώρα τι συνέβη επακριβώς κατά την εποχή άφιξης του Αλεξάνδρου στη Βαβυλώνα.

Η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε από τη στιγμή που το στράτευμα εισήλθε στην περιοχή του Νυσσαίου κάμπου, εντός του οποίου φιλοξενούνταν περίπου 50.000 βασιλικά άλογα, ενώ παλιότερα υπερέβαιναν τις 150.000, επειδή τα περισσότερα από αυτά τα είχαν λεηλατήσει ήδη οι εγχώριοι αξιωματούχοι και οι παντός είδους ληστές, εκμεταλλευόμενοι την απουσία του Αλεξάνδρου. Τότε ήταν και η χρονική στιγμή κατά την οποία ασθένησε και ο Ηφαιστίων ξαφνικά· και ενώ το στάδιο ήταν γεμάτο κόσμο, ο Αλέξανδρος, μαθαίνοντας ότι δεν ήταν καλά ο φίλος του πήγε να τον δει, πλην όμως δεν τον πρόλαβε ζωντανό, επειδή είχε πεθάνει κατά την 7η ημέρα εξαιτίας της άγνωστης ασθένειάς του. 

Γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα ώστε ο Αλέξανδρος να γίνει μελαγχολικός, απελπισμένος και δύσθυμος· αναφέρεται μάλιστα πως αφού θρήνησε υπερβολικά τον χαμό του φίλου του και κούρεψε τα μαλλιά του σε ένδειξη πένθους, ξόδεψε δέκα χιλιάδες τάλαντα για να κηδέψει τιμητικά τον φίλο του, ανακηρύσσοντας ταυτόχρονα γενικό πένθος σε ολόκληρη την αυτοκρατορία. (Αρρ. βιβ. 6ο XIV 1-10).

Προχωρώντας στη συνέχεια προς την Βαβυλώνα, ενώσω ο Αλέξανδρος και οι στρατιώτες διάβαιναν τον Τίγρη ποταμό, εμφανίστηκαν κάποιοι Χαλδαίοι μάγοι, οι οποίοι, του δήλωσαν πως έπρεπε πάση θυσία να σταματήσει τον ερχομό του προς τη Βαβυλώνα, επειδή είχαν πάρει χρησμό από τον Βήλο ότι δεν θα του έβγαινε σε καλό η είσοδός του στην πόλη. Εκείνος, αν και τους απάντησε με έναν στίχο του Ευριπίδη που έλεγε: «Εκείνος ο μάντης είναι άριστος που βγάζει ευχάριστα συμπεράσματα», αυτοί επέμεναν να μην εισέλθουν στη Βαβυλώνα βλέποντας προς τη δύση, αλλά να μπουν στην πόλη βλέποντας πάντα προς την ανατολή, οπότε θα έπρεπε να κάνει ολόκληρο γύρο, αρχής γενομένης από τους βάλτους του φράγματος Πολλυκόππα. 

Ο Αλέξανδρος, αν και ταράχτηκε ακούγοντας την προφητεία των Χαλδαίων, αφού πείστηκε τελικά εκ μέρους του φιλόσοφου Ανάξαρχου και των στρατηγών, έστειλε μέσα στην πόλη πολλούς απ’ τους φίλους του, ενώ ο ίδιος, αλλάζοντας δρόμο στρατοπέδευσε έξω από την Βαβυλώνα. Όμως οι Χαλδαίοι μάγοι δεν το έβαλαν κάτω, και με αρχηγό κάποιον Βηλεφάντη, άρχισαν να διαδίδουν πως εάν εισέλθει στο παλάτι, τότε θα τον πρόσμενε ο θάνατος (Αρρ. Αλεξ. Ανάβ. Ζ 16, 17. Διοδ. Σικ. Ιστρ. Βιβλ. ΙΖ 112, Πλουτ. Αλεξ. 73 ). 

Αυτή η τακτική φίλοι μου, σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς υπήρξε αποτέλεσμα δολιότητας των Χαλδαίων μάγων, οι οποίοι φοβόντουσαν πως θα χάσουν τα προνόμιά τους, επειδή πλούτιζαν αποκτώντας γαίες, δούλους και πολλούς θησαυρούς. (Αρρ. Αλεξ. Ανάβ. Ζ 17. 1). Και πράγματι, η εν λόγω καταγραφή εμπεριέχει ολόκληρη την ουσία του προβλήματος, το οποίο μέλει συντόμως να καταστεί φανερό μέσω των πήλινων πινακίδων. 

Στη συνέχεια ο Αλέξανδρος θέλοντας να φανεί θαρραλέος αγνόησε τις μαντείες, και εισήλθε τελικά στην πόλη, παριστάνοντας πως «είχε θεραπευτεί από τους λόγους των φιλοσόφων». Διόδ.Σικελιώτης (17. 112).

Αναζητώντας απαντήσεις φίλοι μου διαμέσου των χρονικών της Μεσοποταμίας, επικαλούμαι εδώ το περιεχόμενο μιας πήλινης ταμπλέτας, το οποίο ονομάζεται το «Χρονικό της Αραβίας» (BCHP 2) και σχετίζεται με την περίπτωση εισόδου του Αλεξάνδρου στη Βαβυλώνα. Διαμέσου αυτού του Χρονικού λοιπόν, που ανήκει στα «Χρονικά της Ελληνιστικής Περιόδου», πληροφορούμαστε πως όταν ο Αλέξανδρος επέστρεψε στην Βαβυλώνα και διάβηκε τον Τίγρη ποταμό, οι κάτοικοι τον υποδέχτηκαν με δώρα σε κάποια από τις δευτερεύουσες Πύλες της Βαβυλώνας. Ως προς την ακριβή ονομασία της πύλης εισόδου, διαμέσου της παραγράφου (9) του κειμένου, καθίσταται σαφές ότι εισήλθε διαμέσου της Μεγάλης Πύλης. Ωστόσο, μολονότι διενεργήθηκε εκ μέρους του Αλεξάνδρου αυτού του είδους ο στρατηγικός ελιγμός, σύμφωνα με τις αναφορές της ταμπλέτας, δεν υπήρξε διόλου ευτυχής, λόγω της οικτρής κατάστασης με την οποία ήρθε αντιμέτωπος και η οποία περιγράφεται αναλυτικά μέσα στο ίδιο «Χρονικό της Αραβίας», κάνοντας λόγο για τον πληθωρισμό που επικρατούσε κατά την επίμαχη περίοδο, ο οποίος είχε εκτινάξει τις τιμές των τροφίμων στα ύψη, με αποτέλεσμα ο λιμός να αποτελεί ένα βασανιστικό καθημερινό κοινωνικό φαινόμενο, γεγονός που οδήγησε τον Αλέξανδρο να πάει να επισκεφτεί την περιοχή Teyma της Β.Δ. Αραβίας. Μολονότι υπάρχουν ενστάσεις ως προς την ακριβή ερμηνεία του «Χρονικού της Αραβίας», επειδή προέρχεται μέσα από το μικρό και κακοποιημένο θραύσμα, εντούτοις πρόκειται για μια αξιόλογη πληροφορία που επιβεβαιώνει τη δυσαρέσκεια του Αλεξάνδρου απέναντι στην δράση του ιερατείου και των τραπεζιτών γενικά, επειδή η απάνθρωπη στάση τους οδήγησε στη λιμοκτονία του λαού. 

Η εξήγηση προέρχεται από την ίδια πινακίδα, το κείμενο της οποίας κάνει μια αναφορά στους Χαλδαίους ιερείς που πλήρωναν 10 στατήρες ασήμι για καταβολή μισθού 5 εργατών, οι οποίοι είχαν αναλάβει να απομακρύνουν τα μπάζα από την περιοχή της Ωραίας Πύλης, μιας εκ των πολλών που οδηγούσε στο εσωτερικό της Βαβυλώνας και του ναού του Βάαλ. Αν και το βάρος του νομίσματος του στατήρα κυμαινόταν διεθνώς από 10 gm μέχρι 11,50 gm, η αναγραφόμενη μισθοδοσία των εργατών αποτελούσε τεράστια σπατάλη, επειδή δεν επρόκειτο για αληθινή δαπάνη αλλά εικονική, που επέστρεφε εκ νέου στο ταμείο του ναού.

Τι είχε συμβεί λοιπόν? Διαμέσου των γεγονότων που επακολούθησαν, φαίνεται πλέον καθαρά πως η επίσκεψη στην πόλη Teyma της Αραβίας δεν απέδωσε τα προσδοκώμενα, γεγονός που γίνεται φανερό διαμέσου της μελέτης ενός περίφημου Χρονικού που αποκαλείται «Το θραύσμα του Αλέξανδρου και του Αρταξέρξη (BCHP 4)», γνωστό και ως «BM 36613». 

Μέσω της μελέτης αυτού του θραύσματος, συνάγεται το συμπέρασμα πως είχε προηγηθεί οικονομική κατάρρευση του κράτους, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να δημεύσουν τις ιδιοκτησίες όλων των ανθρώπων, και μολονότι ο Αλέξανδρος διενήργησε άρση των δημεύσεων, οι τραπεζίτες αρνούνταν πεισματικά να εκτελέσουν τις αποφάσεις, ειδικά κατά την εποχή που είχε αποβιώσει. Στην ίδια ταμπλέτα αναφέρονται κυρίως η εμπλοκή του Άσσου, (γιού του Όχου, του επονομαζόμενου και Αρταξέρξη) στα γεγονότα που επακολούθησαν από τον θάνατο του Αλεξάνδρου, καθώς και οι ταραχές που διενεργήθηκαν, κατά τη διάρκεια των οποίων μερικοί άνθρωποι που πενθούσαν το θάνατο του Αλεξάνδρου, όρμησαν μέσα σε μια τράπεζα που βρισκόταν στην πόλη Sippar, προκειμένου να απαιτήσουν τα σπίτια τους (γραμ. 7-8). 

Το ίδιο χρονικό καταγράφει επίσης ότι (παραδόθηκαν στους ιδιοκτήτες) και τα σπίτια που βρισκόταν στην κατοχή του Esagila (ναού του Βάαλ) και ότι οι Βαβυλώνιοι επέστρεψαν …(γραμ. 9)…. για να ξαναχτίσουν το ναό με τη βοήθεια των στρατιωτών. [Εννοεί τον παλιό κατεστραμμένο ναό του Βάαλ, προκειμένου να λειτουργήσει ως αυτόνομη κρατική τράπεζα για λογαριασμό του Αλεξάνδρου].

Όπως γίνεται κατανοητό φίλοι μου, κατά την απουσία του Αλεξάνδρου οι πολίτες της νέας αυτοκρατορίας που είχαν δεινοπαθήσει ποικιλοτρόπως, έχασαν και τις περιουσίες τους και την ελευθερία τους συνάμα, με αποτέλεσμα Αλέξανδρος να διενεργήσει εξαναγκαστική άρση των δημεύσεων για την ανακούφιση του λαού. 

Εκτίμηση που επιβεβαιώνεται και διαμέσου του σφηνοειδούς κειμένου που φέρει τον τίτλο «Ο Αντίοχος και το χρονικό της θεότητας Σιν», (BCHP 5). Το χρονικό αυτό αναφέρεται στον διάδοχο του Σέλευκου Νικάνορα Αντίοχο και περιγράφει μια θυσία στο ναό του θεού της σελήνης Σιν, (προστάτη της Τραπεζικής νομοθεσίας) για λογαριασμό των Ελλήνων που ζούσαν στη Βαβυλώνα και τη Σελεύκεια. 

Από ολόκληρο το κείμενο της ταμπλέτας ιδιαίτερη αξία έχει η 9η και η 10η παράγραφος της εμπρόσθιας όψης, όπου εκεί γίνεται λόγος για κάποια ανοσιουργήματα που διενεργήθηκαν στους ναούς του Egišnugal και του Enitenna της Βαβυλώνας, στους οποίους έκανε τακτικές προσφορές αργότερα ο Αντίοχος, ο γιος του βασιλιά Σέλευκου, προκειμένου να επέλθει η εξιλέωση του μιάσματος, ως προς την κατάλυση της νομισματικής νομοθεσίας του Χαμουραμπί, που αφορούσε τις τραπεζικές συναλλαγές. Σύμφωνα με τους Ασσυριολόγους ο τραπεζικός ναός Egišnugal των πινακίδων ήταν ένας από τους δυο ναούς του θεού Σιν (φεγγαριού) στη Βαβυλώνα, ενώ ο δεύτερος τραπεζικός ναός Enitenna, που αποκαλούνταν και «Σπίτι της (ευχάριστης) ανάπαυσης», βρίσκονταν στην ανατολική Βαβυλώνα. 

Όπως γίνεται πλέον κατανοητό, από τη στιγμή που χάθηκαν τα έσοδα των ναών, που λειτουργούσαν ως τράπεζες και χρηματιστηριακοί οίκοι, οι εμπλεκόμενοι ιδιοκτήτες έχασαν κάθε είδους ευχαρίστηση, μαζί με τους μετόχους και τους συνεργάτες τους, με αποτέλεσμα να ονομάσουν τους ναούς του χρήματος, σε ναούς της αμαρτίας ή ανομίας. 

[A.K. Grayson, «Assyrian and Babylonian Chronicles (1975 = ABC);», Jean-Jacques Glassner, «Chroniques Mésopotamiennes (1993) (translated as Mesopotamian Chronicles, 2004) (=CM);» και I.L. Finkel, R.J. van der Spek, R. Pirngruber, «Babylonian Chronographic Texts from the Hellenistic Period» (2020 = BCHP Writings of the Ancient World)].

{Έπεται συνέχεια}.

Πριάμου Χριστίνα - Φίλοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου


Διαβάστε επίσης:



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου