Η κλειδαριά της Ελεύθερνας και οι πρώιμοι μηχανισμοί ασφαλείας (εικόνες).
Η αρχαία Ελεύθερνα, η οποία εντοπίζεται σε έναν λόφο νοτιοανατολικά της σημερινής πόλης του Ρεθύμνου στην Κρήτη, έχει μια μακρά ιστορία η οποία ξεκινά από τα αρχαϊκά χρόνια.
«Η πόλη αναπτύσσεται ιδιαίτερα την ελληνιστική περίοδο, κατά τη ρωμαϊκή περίοδο ωστόσο, παρατηρείται έντονη οικοδομική δραστηριότητα και άνθηση του πληθυσμού και του πλούτου της. Ωστόσο, στο τέλος της ρωμαϊκής περιόδου, γύρω στο 365 μ.Χ., η πόλη καταστρέφεται από έναν μεγάλο σεισμό. Στις αρχές της βυζαντινής εποχής, η πόλη ανοικοδομείται και συνεχίζει να υπάρχει μέχρι τον 8ο αιώνα, όπου οι επανειλημμένες αραβικές επιθέσεις και ένας νέος σεισμός οδηγεί στην οριστική της εγκατάλειψη» σημείωσε η καθηγήτρια Τάνια Βασιλειάδου κατά την διάρκεια των εργασιών του πρόσφατου συνεδρίου της Εταιρείας Διερεύνησης της Αρχαιοελληνικής και Βυζαντινής Τεχνολογίας (ΕΔΑΒΥΤ).
Η μακρά ιστορία της Ελεύθερνας επιτρέπει να παρακολουθήσει κανείς την εξέλιξη των τεχνολογιών στο χρόνο. Στο 365 μ.Χ. χρονολογείται περίπου ένας αξιοθαύμαστος μηχανισμός ασφαλείας, μια κλειδαριά η οποία ανακαλύφθηκε κατά τη διάρκεια ανασκαφών του αείμνηστου αρχαιολόγου καθηγητή Πέτρου Θεμέλη στην ανατολική πλευρά της πόλης το 1997. Στον ίδιο χώρο βρέθηκε και ένα κλειδί.
Σχέδια λειτουργίας της κλειδαριάς της Ελεύθερνας
Credit: Δ. Καλλιγερόπουλος
Η ανάλυση του μηχανισμού, ο οποίος εκτίθεται στο Μουσείο Ρεθύμνου έγινε «μέσω φωτογραφίας και μελέτης των εξαρτημάτων του, με ακριβείς μετρήσεις και σχεδίαση των στοιχείων αυτών και του μηχανισμού συνολικά, με απεικόνιση ακτίνων Χ με φορητή συσκευή και αξονική τομογραφία (CT) με τον εξοπλισμό του Γενικού Νοσοκομείου Ρεθύμνου για την αποκάλυψη μη ορατών περιοχών» περιέγραψε στην διάλεξή της η κ. Βασιλειάδου.
«Το κυλινδρικό εξωτερικό περίβλημα του σώματος του Μηχανισμού αποτελείται από ένα σιδερένιο έλασμα και ένα χάλκινο περίβλημα. Στο εσωτερικό του Μηχανισμού από την άλλη, διακρίνονται κατακόρυφοι κυλινδρικοί άξονες, μία δοκός ή σύρτης, ασύμμετρα διαζώματα, που χωρίζουν το χώρο σε θαλάμους, ένα οδοντωτό ελικοειδές έλασμα για την μετακίνηση του σύρτη και ένα ανάστροφο έλασμα ως μηχανισμός ασφάλισης του σύρτη» είπε η κυρία Βασιλειάδου, η οποία μελέτησε τον μηχανισμό σε συνεργασία καθηγητή Δημήτρη Καλλιγερόπουλο.
Και πρόσθεσε ότι: «Ο Μηχανισμός είναι μια περίπλοκη, εξειδικευμένη και σπάνια κλειδαριά/λουκέτο, με την εξής λειτουργία: το άκρο της αλυσίδας προσαρμόζεται στο ορθογώνιο άνοιγμα στο κάτω μέρος, ο σύρτης της κλειδαριάς κινείται για να ασφαλίσει τον παγιδευμένο κρίκο της αλυσίδας, το οδοντωτό ελικοειδές έλασμα κινεί τον σύρτη και λειτουργεί με ένα κλειδί που εφαρμόζει στις εγκοπές του. Όταν περιστρέφεται το κλειδί, ο σύρτης τραβιέται προς τον θάλαμο με τον κρίκο. Το ανάστροφο έλασμα λειτουργεί ως στοιχείο ασφαλείας, αποτρέποντας την επιστροφή του σύρτη αφού έχει κλειδώσει».
Αξίζει να σημειωθεί ότι το κλειδί που ανακαλύφθηκε στον ίδιο χώρο ταιριάζει στις διαστάσεις και τα ανοίγματα του μηχανισμού και είναι πιθανόν το κλειδί του. Οι έλληνες ερευνητές δημιούργησαν ένα ψηφιακό ομοίωμα της λειτουργίας του, ενώ ο τηνιακός σιδεράς Δημήτρης Χατζής κατασκεύασε ένα ομοίωμα σε κλίμα 2:1 αποδεικνύοντας έμπρακτα τη λειτουργικότητά του.
Μηχανισμοί ασφαλείας
Η κλειδαριά της Ελεύθερνας δεν προέκυψε από τη μια στιγμή στην άλλη.
«Η αίσθηση της ασφάλειας είναι πρωταρχική ανάγκη των ανθρώπων. Η ανάγκη αυτή δημιούργησε εδώ και χιλιετίες κλειδαριές, κλειδιά, μηχανισμούς κλειδώματος και λουκέτα» είπε η ελληνίδα καθηγήτρια και προσέθεσε «Το όραμα και η πρόθεση κατασκευής μηχανισμών ασφάλειας που προηγούνται της υλοποίησης των νέων τεχνολογιών καταγράφονται στην μυθολογία με τον τεχνολόγο Ήφαιστο να κατασκευάζει δεσμά που μόνο ο ίδιος μπορεί να λύσει. Στα ομηρικά έπη γίνεται λόγος για την ομηρική κλείδα, που όπως μαρτυρούν επιτύμβια ανάγλυφα αλλά και επιγραφικά στοιχεία πρόκειται για ένα καμπυλόγραμμο, δύσχρηστο και μεγάλο κλειδί κατάλληλο για μεγάλες πόρτες αλλά όχι για την φύλαξη πολύτιμων αντικειμένων. Η ανάγκη προστασίας των τελευταίων οδήγησε στα λακωνικά οδοντωτά κλειδιά, σε μικρά δηλαδή και εύχρηστα κλειδιά με τις αντίστοιχες κλειδαριές τους. Η εξέλιξη συνεχίστηκε στην γενιά κλειδαριών και λουκετών με ελάσματα, όπως ο μηχανισμός από την Αρχαία Ελεύθερνα της Κρήτης».
Η ομηρική κλείδα
Στο τέλος της Οδύσσειας, ο Όμηρος περιγράφει την Πηνελόπη να κρατά την κλείδα την μπρούντζινη, με την ωραία την καμπύλη και με τη λαβή την φτιαγμένη από ελεφαντοκόκαλο, και να ανοίγει την πόρτα του θαλάμου, όπου φυλάσσει τους θησαυρούς και το τόξο του Οδυσσέα, λύνοντας τον ιμάντα από το χερούλι της πόρτας και βάζοντας μέσα το κλειδί, σπρώχνοντας τους σύρτες της πόρτας.
ριγραφή αυτή ο μηχανισμός που εξασφαλίζει το κλείδωμα της δίφυλλης πόρτας περιέχει τα προγενέστερα στοιχεία του σύρτη και του ιμάντα, προστίθεται ωστόσο ένα νέο στοιχείο που είναι το κλειδί ή η κλείδα, καμπυλόγραμμη στο σχήμα της, ικανή να μπαίνει από έξω προς το εσωτερικό της θύρας μέσα από ένα άνοιγμα, μια κλειδαρότρυπα, να προσαρμόζεται κατάλληλα σε μια εξοχή του σύρτη, και τραβώντας με δύναμη να τον ανοίγει». Το κλειδί αυτό ονομάζεται «ομηρική κλείδα» είπε η κ. Βασιλειάδου και προσέθεσε ότι υπάρχει «πληθώρα αρχαιολογικών ευρημάτων που επιβεβαιώνουν την ομηρική περιγραφή, όπως η ορειχάλκινη κλείδα με καμπυλόγραμμο σχήμα που βρέθηκε στον ναό της Αρτέμιδος στους Λουσούς της Αρκαδίας ή η απεικόνιση κλείδας με ιμάντα σε επιτύμβιο κιονίσκο».
Τα λακωνικά κρυφά κλειδιά
Η ομηρική κλείδα είναι δύσχρηστη, μεγάλη σε μέγεθος και χρήσιμη μόνο για μεγάλες πόρτες. Επίσης, δεν μπορεί να είναι κρυφή, μυστική και διαφορετική για κάθε πόρτα. Η ανάγκη ασφάλισης των θυρών με κρυφές κλειδαριές καθώς και η ανάγκη φύλαξης πολύτιμων αντικειμένων, θησαυρών και δώρων, σε μικρόσχημα κιβώτια και κασέλες, επέβαλε νέες τεχνικές επινοήσεις.
«Ο Αριστοφάνης περιγράφει την οργή των γυναικών, σαν βρίσκουν τα κουτιά και τις πόρτες κλειδωμένες από τους άντρες με μικρά οδοντωτά κλειδιά, τα οποία ονομάζονται λακωνικά κι έχουνε τρία δόντια» ανέφερε η κ. Βασιλειάδου και εξηγώντας τη λειτουργία τους σημείωσε ότι αυτά «προσαρμόζονταν σε μικρές εξωτερικές κλειδαριές, ήταν λεπτά, μακριά και είχαν στην άκρη τους δύο ή περισσότερα δόντια. Τα έβαζε κανείς από μια πλάγια εγκοπή μέσα στον ασφαλισμένο σύρτη, τα σήκωνε προς τα επάνω ωθώντας τη μικρή ασφάλεια απασφαλίζοντας έτσι το σύρτη, και τραβούσε το σύρτη προς τα πίσω ανοίγοντας την πόρτα. Σπρώχνοντας μετά το σύρτη με το χέρι αυτός ασφάλιζε από μόνος του. Το νέο στοιχείο στα κλειδώματα αυτά είναι λοιπόν η μικρή ασφάλεια σε σχήμα Π, που εμπόδιζε τη μετακίνηση του σύρτη και απασφάλιζε μόνο με ειδικό, «κρυφό» κλειδί».
Τέτοια «λακωνικά» κλειδιά, με κάθετη όμως κεφαλή, που λειτουργούν με ασφάλεια και σύρτη, βρέθηκαν στην αρχαία Ολυμπία και χρονολογούνται περί το 500 π.Χ.
tovima.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου