Tο 274 π.Χ., όταν βασιλιάς της Μακεδονίας ήταν ο Αντίγονος Γονατάς, ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος, εισέβαλε στη Μακεδονία και όταν έφθασε στις Αιγές (Βεργίνα), εσύλησε όλους τους βασιλικούς τάφους και διασκόρπισε τα οστά όλων των βασιλέων, μεταξύ των οποίων ήταν και αυτά του Φιλίππου Β΄ και του γιου του Αρριδαίου (Διοδ. Σικελιώτης, Πλούταρχος, Παυσανίας).
Στον ίδιο χώρο, πριν από 23 χρόνια ο καθηγητής Μαν.Ανδρόνικος ανακάλυψε τρεις βασιλικούς τάφους. Οι δύο από αυτούς (ΙΙ,ΙΙΙ) βρέθηκαν ασύλητοι και αποδόθηκαν από τον ίδιο, ο ΙΙος στοβασιλιά Φίλιππο Β΄ και στην τελευταία σύζυγό του Κλεοπάτρα, ο ΙΙΙος ονομάστηκε «Τάφος του Πρίγκηπα» και ο Ιος «Τάφος της Περσεφόνης».
Ο καθ.Ανδρόνικος σε βιβλίο του αναφέρεται στη σύληση των βασιλικών τάφων από τον Πύρρο, αλλά διατυπώνει την άποψη ότι «…από τη σύληση αυτή εντελώς συμπτωματικά φαίνεται ότι γλύτωσε ο τάφος του Φιλίππου Β΄». Ο τάφος όμως αυτός ήταν γνωστός σε όλους και δεν ήταν δυνατό να διασωθεί από τη σύληση, όπως έγινε και για όλους τους πριν από το 274 π.Χ. βασιλικούς τάφους της Βεργίνας.
Η άποψη αυτή αποτέλεσε κατά τη γνώμη μου, μια σοβαρή ιστορική πλάνη στον αρχαιολογικό χώρο στην οποία, όπως προκύπτει στηρίζονται τα τελικά συμπεράσματα του καθ.Ανδρόνικου για την ταυτότητα των τάφων και των νεκρών της Βεργίνας.
Η πλάνη αυτή ενισχύθηκε σημαντικά το 1981 από τα πορίσματα μιας ομάδας Βρεττανών επιστημόνων υπό τον Ανατόμο Dr. J Musgrave, η οποία υποστήριξε σε σχετική έκθεσή της ότι «…επέτυχε να αναπλάσει τη μορφή του βασιλιά Φιλίππου Β΄ με βάση τα οστά του κρανίου που βρέθηκε στον τάφο ΙΙ»(Πρακτικά ΧΙΙ Διεθνούς Συνεδρίου Αρχαιολογίας, Αθήνα, 4-10.9-1983). Το κρανίο όμως αυτό, όσο και ο σκελετός του νεκρού, όπως προκύπτει από τις αρχαίες ιστορικές πηγές, δεν ανήκει στο βασιλιά Φίλιππο Β΄». Ανήκει όπως έχει αποδειχθεί όμως, σε άλλον νεκρό βασιλιά ο οποίος τάφηκε στον ίδιο τάφο μετά το 274π.Χ.
Η ΠΡΩΤΗ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, σε συνδυασμό με την ηλικία των νεκρών του τάφου ΙΙ και ΙΙΙ και τα ταφικά κτίσματα και κτερίσματα, σχημάτισα εντελώς διαφορετικές απόψεις από εκείνες του καθ. Ανδρόνικου, όταν ήδη αυτές είχαν καθιερωθεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και το 1993 έγραψα ένα σχετικό βιβλίο στο οποίο διατύπωνα αμφισβητήσεις τόσο για τα πορίσματα του καθηγητού Ανδρόνικου όσο και του Dr J.Musgrave, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι:
Τα οστά του τάφου ΙΙ δεν ανήκουν στο βασιλιά Φίλιππο Β΄ και στην τελευταία του γυναίκα, Κλεοπάτρα.
Στο ίδιο συμπέρασμα είδα ότι καταλήγουν σε σχετική τους έκθεση ο καθ. Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θράκης, κ. Νικ.Ι. Ξηροτύρης και η συνάδελφος του, κα Franziska Langenscheidt, αργότερα δε και ο επίσης καθ. Ανθρωπολογίας κ.Αντ.Μπαρτσιώκας.(Ελληνική Αρχαιολογική Εφημερίδα, 1981, Science Magazine 21.4.2000)
Από τα ιστορικά στοιχεία προκύπτει ότι στον τάφο αυτόν αρχικά τάφηκε το 316 π.Χ. από τον Κάσσανδρο ο βασιλιάς Αρριδαίος που δολοφονήθηκε το 317π.Χ. από την Ολυμπιάδα στην Πέλλα.(Παυσανίας)
Ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄ τάφηκε μεταξύ του 336-335π.Χ. στον αμέσως παρακείμενο τάφο ΙΙΙ. Για το γεγονός αυτό υπάρχουν σημαντικά στοιχεία που αποδεικνύουν την ταυτότητα του
Από τα ιστορικά στοιχεία προκύπτει ότι στον τάφο αυτόν αρχικά τάφηκε το 316 π.Χ. από τον Κάσσανδρο ο βασιλιάς Αρριδαίος που δολοφονήθηκε το 317π.Χ. από την Ολυμπιάδα στην Πέλλα.(Παυσανίας)
Ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄ τάφηκε μεταξύ του 336-335π.Χ. στον αμέσως παρακείμενο τάφο ΙΙΙ. Για το γεγονός αυτό υπάρχουν σημαντικά στοιχεία που αποδεικνύουν την ταυτότητα του
Ο ΙΙος ΤΑΦΟΣ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΦΗΜΗ
ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΚΥΝΗΓΙΟΥ
Ο ΙΙος τάφος μετά την εκδίωξη του Πύρρου το 273π.Χ., διαμορφώθηκε από τον Αντίγονο Γονατά στη σημερινή του μορφή με την περίφημη τοιχογραφία του κυνηγίου (Εικ.1), το οποίο εξελίχθηκε στη Βακτριανή της Περσίας το 327 π.Χ., εννιά χρόνια μετά το θάνατο του Φιλίππου(Αρριανός). Σ’αυτήν βλέπουμε έφιππο τον Μ.Αλέξανδρο, ενώ λείπει, τόσο ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄, όσο και ο Αρριδαίος. Η αμφίεση την οποία φέρει ο Αλέξανδρος (Εικ.1) επαληθεύει τον Διοδ. Σικελιώτη, ο οποίος γράφει ότι στην Περσία «…έφερε λευκό χιτώνα και Περσική ζώνη χωρίς αναξυρίδες». Επαληθεύεται επίσης και ο Ηρόδοτος, ο οποίος μας πληροφορεί «ότι στην Περσία αυτοί που επρόκειτο να κάνουν θυσία φορούσαν στεφάνι από φύλλα μυρτιάς» (όπως επαληθεύεται από την τοιχογραφία).
Για την άποψη του καθ. Ανδρόνικου ν’ αποδώσει τον έφιππο κυνηγό, ο οποίος αντιμετωπίζει ένα λιοντάρι, στον Φίλιππο Β΄ λόγω της ομοιότητάς τους, έχω διαφορετική γνώμη. Ο έφιππος αυτός είναι ο αρχηγός των σωματοφυλάκων του Αλεξάνδρου, Πτολεμαίος του Λάγου. Αυτός σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές ήταν γιος του Φιλίππου Β΄, κατ’όνομα δε του Στρατηγού Λάγου, αφού η μητέρα του Αρσινόη- παλλακίδα του Φιλίππου- όταν ήταν έγκυος δόθηκε από τον Φίλιππο ως σύζυγος στον Λάγο (Παυσανίας, Πλούταρχος). Άρα ήταν επόμενο να μοιάζει με τον πραγματικό του πατέρα που ήταν ο Φίλιππος Β΄.
Η άλλη άποψη μιας ομάδας αρχαιολόγων να αποδώσει τον ίδιο έφιππο κυνηγό (Εικ.1) στο βασιλιά Αρριδαίο είναι λανθασμένη για τους εξής λόγους:
Το κυνήγι αγρίων ζώων θεωρείται πολύ επικίνδυνο και κατά κοινή λογική οι μετέχοντες σ’αυτό πρέπει να έχουν πολύ καλή σωματική υγεία, τόλμη, ευστροφία, εμπειρία και ετοιμότητα αντιδράσεως.
Ο Αρριδαίος έπασχε από σωματική αναπηρία, υπέφερε από ανίατη ψυχική νόσο, ήταν πνευματικά καθυστερημένος και ανακηρύχθηκε μετά το θάνατο του Μ.Αλεξάνδρου βασιλιάς λόγω της κληρονομικής διαδοχής στο θρόνο, δεδομένου ότι ήταν ετεροθαλής αδελφός του και δεν υπήρχε άλλος διάδοχος, εκτός βέβαια από το αναμενόμενο να γεννηθεί παιδί του Μ. Αλεξάνδρου (Πλούταρχος, Διοδ. Σικελιώτης). Επομένως, αποκλείεται το ενδεχόμενο να ήταν ο Αρριδαίος ο έφιππος κυνηγός που αντιμετωπίζει ένα λιοντάρι
Για την άποψη του καθ. Ανδρόνικου ν’ αποδώσει τον έφιππο κυνηγό, ο οποίος αντιμετωπίζει ένα λιοντάρι, στον Φίλιππο Β΄ λόγω της ομοιότητάς τους, έχω διαφορετική γνώμη. Ο έφιππος αυτός είναι ο αρχηγός των σωματοφυλάκων του Αλεξάνδρου, Πτολεμαίος του Λάγου. Αυτός σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές ήταν γιος του Φιλίππου Β΄, κατ’όνομα δε του Στρατηγού Λάγου, αφού η μητέρα του Αρσινόη- παλλακίδα του Φιλίππου- όταν ήταν έγκυος δόθηκε από τον Φίλιππο ως σύζυγος στον Λάγο (Παυσανίας, Πλούταρχος). Άρα ήταν επόμενο να μοιάζει με τον πραγματικό του πατέρα που ήταν ο Φίλιππος Β΄.
Η άλλη άποψη μιας ομάδας αρχαιολόγων να αποδώσει τον ίδιο έφιππο κυνηγό (Εικ.1) στο βασιλιά Αρριδαίο είναι λανθασμένη για τους εξής λόγους:
Το κυνήγι αγρίων ζώων θεωρείται πολύ επικίνδυνο και κατά κοινή λογική οι μετέχοντες σ’αυτό πρέπει να έχουν πολύ καλή σωματική υγεία, τόλμη, ευστροφία, εμπειρία και ετοιμότητα αντιδράσεως.
Ο Αρριδαίος έπασχε από σωματική αναπηρία, υπέφερε από ανίατη ψυχική νόσο, ήταν πνευματικά καθυστερημένος και ανακηρύχθηκε μετά το θάνατο του Μ.Αλεξάνδρου βασιλιάς λόγω της κληρονομικής διαδοχής στο θρόνο, δεδομένου ότι ήταν ετεροθαλής αδελφός του και δεν υπήρχε άλλος διάδοχος, εκτός βέβαια από το αναμενόμενο να γεννηθεί παιδί του Μ. Αλεξάνδρου (Πλούταρχος, Διοδ. Σικελιώτης). Επομένως, αποκλείεται το ενδεχόμενο να ήταν ο Αρριδαίος ο έφιππος κυνηγός που αντιμετωπίζει ένα λιοντάρι
Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ Μ.ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ
Ο Μ.Αλέξανδρος με Μακεδονικό κράνος με λοφίο.
|
Όπως είναι γνωστό, ο Μ.Αλέξανδρος πέθανε στη Βαβυλώνα το 323 π.Χ. Εκεί οι νεκροί κατά τους Ηρόδοτο, Στράβωνα και Στοβαίο δεν μουμιοποιούνταν ούτε καίγονταν αλλά θάπτονταν τοποθετημένοι μέσα σε μέλι ή κερί. Το ίδιο έγινε, όπως προκύπτει και για τη σορό του Μ.Αλεξάνδρου που ενώ προοριζόταν να ταφεί στη Μακεδονία οδηγήθηκε το 321π.Χ. από τη Δαμασκό κατά τρόπο βίαιο από τον Πτολεμαίο Α’ στην Αίγυπτο (Παυσανίας, Αρριανός, Αιλιανός). Εκεί κατά τις επικρατέστερες πληροφορίες τάφηκε στην ιερή πόλη Μέμφη «σύμφωνα με το Μακεδονικό νόμο ο οποίος προέβλεπε καύση των νεκρών» (Παυσανίας, Πάριον Χρονικόν, Κούρτιος Ρούφος).
Μία άλλη άποψη ότι μεταφέρθηκε αμέσως στην Αλεξάνδρεια όπου και τάφηκε (Διοδ. Σικελιώτης) κρίνεται ως αδύνατη για το λόγο ότι ήταν ανέφικτο τεχνικώς να ετοιμασθεί το μεγαλοπρεπές μαυσωλείο που προοριζόταν για την ταφή του και για άλλους ακόμα λόγους.
Η βασίλισσα Ρωξάνη με το βρεφικής ηλικίας παιδί της «αφίχθηκαν τον ίδιο χρόνο στη Μακεδονία και το 311π.Χ. δολοφονήθηκαν από τον Κάσσανδρο στην Αμφίπολη και τα οστά τους διασκορπίστηκαν» (Διοδ. Σικελιώτης, Στράβων, Ιουστίνος [Επιτ]). Η πόλη Αμφίπολη είναι σχετικά κοντά στη Βεργίνα και ήταν εύκολη η μεταφορά τους στους βασιλικούς τάφους.
Η πραγματοποιηθείσα πρώτη καύση του νεκρού Αλέξανδρου στη Μέμφη επιβεβαιώνεται μεταξύ των άλλων και από το γεγονός ότι κατά τον καθ. Ανθρωπολογίας, Α. Μπαρτσιώκα «…ο σκελετός του νεκρού του τάφου ΙΙ αποτεφρώθηκε στεγνά (ξηρά), απαλλαγμένος από τις σάρκες του». Αν είναι ακριβές αυτό, τότε σημαίνει ότι στη Βεργίνα έχουμε πιθανότατα μία επαναταφή του ίδιου βασιλιά.
Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου