Η Ρόδος είναι ένα νησί της Ελλάδας, που βρίσκεται στο νοτιοανατολικό Αιγαίο. Βρίσκεται περίπου 350 χλμ. νοτιοανατολικά της Αθήνας και 18 χλμ. νοτιοδυτικά της Τουρκίας. Στα δυτικά βρέχεται από το Αιγαίο πέλαγος και στα ανατολικά από το Λύκιο πέλαγος. Με έκταση 1.400,684 χλμ. είναι το μεγαλύτερο νησί της Δωδεκανήσου, το τέταρτο σε σειρά ολόκληρης της χώρας και το ένατο της Μεσογείου. Διαθέτει ακτογραμμή μήκους 253 χλμ. και το υψηλότερο σημείο της είναι η κορυφή του όρους Αττάβυρος σε ύψος 1.215 μ.
Ονομασία
Η πρώτη αναφορά στο όνομα του νησιού γίνεται στην Ιλιάδα του Ομήρου. Έτσι το όνομα φαίνεται να προέρχεται από το ομώνυμο λουλούδι «Ρόδον», το οποίο ήταν το αγαπημένο λουλούδι το Θεού Ήλιου. Ακόμα πολλά αρχαία νομίσματα της Ρόδου, στη μια όψη φέρουν τον Θεό Ήλιο, ενώ στην άλλη ένα Ρόδο.
Σύμφωνα με με τον Πίνδαρο, όταν ο Δίας επικράτησε των Γιγάντων, αποφάσισε να μοιράσει τη γη στους θεούς του Ολύμπου. Ο Ήλιος όμως απουσίαζε από τη μοιρασιά και έτσι έμεινε χωρίς δική του γη. Ο Δίας θέλοντας να είναι δίκαιος θέλησε να ξανακάνει τη μοιρασιά και τότε ο Ήλιος αρνήθηκε. Είπε ότι η δική του γη θα είναι εκείνη που θα αναδυθεί από τη θάλασσα όταν ανατείλει ο ήλιος το επόμενο πρωί.Πράγματι μόλις ανέτειλε ο ήλιος είδε ένα πανέμορφο και κατάφυτο νησί, τη Ρόδο, να αναδύεται από τα γαλαζοπράσινα νερά. Γοητευμένος από τα κάλλη της την έλουσε με τις ηλιαχτίδες του. Έκτοτε η λαμπερή Ρόδος είναι το νησί του Ήλιου, αφού ο Ήλιος παντρεύτηκε την όμορφη νύμφη Ρόδο. Μαζί απέκτησαν επτά γιους, τους Ηλιάδες. Ένα από τα παιδιά ήταν ο Κέρκαφος, ο οποίος είχε τρία παιδιά, τον Κάμειρο, τον Ιαλυσό και τον Λίνδο, οι οποίοι κληρονόμησαν το νησί και το χώρισαν σε τρία κομμάτια, ώστε να έχει ο καθένας τη δική του πόλη. Η κάθε πόλη πήρε το όνομά τους στην οποία έδωσαν και το όνομα τους.
Η Ρόδος κατά περιόδους είχε και άλλα σχετικά ονόματα, τα οποία προέρχονταν από διάφορες ιδιότητες και χαρακτηριστικά του νησιού. Μερικά από αυτά μαζί με τον λόγο προέλευσης τους είναι:
Οφιούσα – Ολόεσσα : Υπήρχαν πολλά φίδια στο νησί.
- Πελαγία: Το νησί αναδύθηκε μέσα από το πέλαγος.
- Αστερία: Είχε έναστρο ουρανό.
- Αιθραία: Καμιά μέρα του έτους δεν λείπει ο Ήλιος.
- Τρινακρία: Έχει τρία κύρια ακρωτήρια.
- Ποιήεσσα: Έχει πλούσια βλάστηση.
- Αταβυρία: Το ψηλότερο βουνό της ονομάζεται Αττάβυρος.
- Μακαρία: Λόγω της πλούσιας φύσης ήταν και ευτυχισμένη.
- Τελχινία: Οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού ήταν οι Τελχίνες.
- Ηλιάς: Λόγω της μεγάλης ηλιοφάνειας κατά τη διάρκεια του έτους.
- Κορυμβία: Από το φυτό κισσός που αφθονούσε στο νησί.
- Σταδία: Από το σχήμα του νησιού που είναι σαν αρχαίο στάδιο.
Ιστορία
Κατά την διάρκεια κυριαρχίας του Μινωικού Πολιτισμού (17ος αιώνας π.Χ.) εγκαθίστανται στην Ρόδο οι Κρητικοί Τελχίνες, τους οποίους οι παραδόσεις θέλουν να είχαν άγρια και μελαψή όψη, λόγω της ενασχόλησης τους με την κατεργασία των μετάλλων. Μάλιστα ήταν οι πρώτοι που κατασκεύασαν αγάλματα θεών, όπως τον «Απόλλωνα Τελχίνιον» στην Λίνδο, την Ήρα στην Ιαλυσό και την «Ήρα Τελχίνια» στην Κάμειρο. Μετά από δύο αιώνες έρχονται στο νησί οι πρώτοι Μυκηναίοι (Αχαιοί και Δωριείς) με ειρηνικές προθέσεις, που όμως δεν αργούν να μετατραπούν σε έριδες. Εκείνη την εποχή χτίζονται στο νησί ακροπόλεις και τείχη στις πόλεις – κράτη της αρχαίας Ρόδου.
Το 408 π.Χ. οι τρεις πόλεις κράτη της Ρόδου Λίνδος, Κάμειρος και Ιαλυσός συστήνουν συμμαχία (Δωρική Εξάπολη) με την Αλικαρνασσό, Κω και την Κνίδο και δημιουργούν πολλές Αποικίες στην περιοχή της Μεσογείου. Οι τρεις αιώνες που ακολούθησαν αποτέλεσαν την «χρυσή περίοδο» της Ρόδου. Το θαλάσσιο εμπόριο, η ναυσιπλοΐα καθώς και οι συνετές και προοδευτικές πολιτικές και διπλωματικές κινήσεις διατήρησαν την πόλη δυνατή και ακμάζουσα μέχρι τους Ρωμαϊκούς χρόνους.
Την ίδια περίοδο, η Ρόδος παράγει εξαιρετική τέχνη. Το πιο ονομαστό δημιούργημα ήταν ο Κολοσσός, ένα από τα εφτά θαύματα του κόσμου, ο οποίος φτιάχτηκε ανάμεσα στο 304 π.Χ. με 293 π.Χ. από τον Λίνδιο γλύπτη Χάρη. Η κατασκευή του Κολοσσού διήρκεσε 12 χρόνια και ολοκληρώθηκε το 282 π.Χ. Για πολλά έτη, το άγαλμα ήταν τοποθετημένο, πιθανότατα, στην είσοδο του λιμανιού και προσωποποιούσε τον θεό Ήλιο μέχρι την στιγμή που ένας δυνατός σεισμός χτύπησε την Ρόδο το 226 π.Χ. Η πόλη υπέστη σοβαρότατες ζημιές και το άγαλμα του Κολοσσού κατέρρευσε.
Το πολεοδομικό σχέδιο της αρχαίας πόλης της Ρόδου βασίστηκε στις πολεοδομικές και φιλοσοφικές ιδέες του διάσημου αρχαίου Έλληνα πολεοδόμου Ιππόδαμου του Μιλήσιου. Οι παραδόσεις αναφέρουν, ότι τα ίδια σχέδια χρησιμοποίησε ο Μέγας Αλέξανδρος στην δόμηση πόλεων όπως της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, αλλά και άλλων. Η αρχαία πόλη είχε επίσης ένα εκτεταμένο και καλά δομημένο αποχετευτικό δίκτυο καθώς και δίκτυο υδροδότησης.
Εκείνη την εποχή η πόλη προσπαθεί με κάθε τρόπο να διασφαλίσει την ανεξαρτησία της. Συνάπτει συμμαχίες με ευνοϊκούς όρους, πότε με τους Σπαρτιάτες και πότε με τους Αθηναίους.Η ανεξαρτησία της τερματίστηκε το 164 π.Χ. όταν η Ρόδος έγινε επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αργότερα το 42 π.Χ. κατακτάται και λεηλατείται από τον Ρωμαίο στρατηγό Λογγίνο Κάβιο. Ωστόσο μέχρι τον 1ο αιώνα μ.Χ., η Ρόδος διατήρησε σε μεγάλο βαθμό το μεγαλείο της και εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα γνώσης, επιστήμης και τέχνης.
Οι Οθωμανοί κατακτούν την πόλη το έτος 1522 μ.Χ. Την εποχή αυτή κατασκευάστηκαν νέα κτήρια όπως Τζαμιά, δημόσια λουτρά και κατοικίες για τους νέους κατακτητές. Τότε οι Ρόδιοι αφού πλέον τους στερείται το δικαίωμα των εμπορικών δραστηριοτήτων, περιορίζονται στην αγροτική ζωή για το εσωτερικό τμήμα του νησιού καθώς και των τριγύρω μικρών νησιών. Κατά την περίοδο κυριαρχίας των Οθωμανών συχνά πυκνά επαναστατούν, χωρίς όμως ουσιαστικό αποτέλεσμα. Τον 19ο αιώνα η παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε σαν αποτέλεσμα την παραμέληση της πόλης και των κτιρίων της τα οποία υπέστησαν περαιτέρω φθορά λόγω των δυνατών σεισμών που συχνά πλήττουν την περιοχή.
Τελικά το 1912 καταλαμβάνουν τη Ρόδο οι Ιταλοί, οι οποίοι προχωρούν στην κατασκευή πολλών και σημαντικών έργων όπως, το υδραγωγείο, την ηλεκτροδότηση του νησιού, το λιμάνι, το ενυδρείο, ενώ παράλληλα οι ιταλικές αρχαιολογικές αποστολές φέρνουν στο φως σημαντικά αρχαία Ελληνικά ευρήματα.
Όμως ήρθε η Μικρασιατική Καταστροφή και η Συνθήκη της Λωζάνης και η ένωση καθυστέρησε μέχρι τις 31 Μαρτίου του 1947, όταν ο Βρετανός ταξίαρχος A.S. Parker υπογράφει την παράδοση των Δωδεκανήσων στην Ελληνική Στρατιωτική Διοίκηση, στον Αντιναύαρχο, Π. Ιωαννίδη.
Οι βόμβες των Βρετανών που έπεσαν στην Μεσαιωνική πόλη το 1944 είχαν σαν αποτέλεσμα πολλά θύματα και την καταστροφή πολλών κτιρίων γεγονός που δημιούργησε πολλά κενά στον πολεοδομικό ιστό. Το 1957, ένα νέο πολεοδομικό σχέδιο εγκρίθηκε με διάταγμα και το 1960 το σύνολο της Μεσαιωνικής Πόλης αναγνωρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως «προστατευόμενο μνημείο». Το 1961 και το 1963 εξεδόθησαν νέα διατάγματα σχετικά με το πολεοδομικό σχέδιο της πόλης. Τα διατάγματα αυτά προέβλεπαν την διαπλάτυνση των υπαρχόντων δρόμων και την διάνοιξη νέων. Αυτές οι αποφάσεις δεν υλοποιήθηκαν ποτέ στην Μεσαιωνική Πόλη. Το 1988, η παλιά πόλη της Ρόδου ανακηρύχθηκε από την UNESCO Πόλη Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Ιπποτική Περίοδος
Η ιστορία του τάγματος ξεκινάει στο τέλος της Α’ Σταυροφορίας, με την κατάκτηση της Ιερουσαλήμ από τους σταυροφόρους, το Νοέμβριο του 1100. Πιο συγκεκριμένα, μερικοί έμποροι από το Αμάλφι της Ιταλίας, ήδη από το 1070, είχαν δημιουργήσει στην Ιερουσαλήμ ένα μεγάλο άσυλο, αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη τον Ελεήμονα, για άρρωστους προσκυνητές, το οποίο διεύθυναν Βενεδικτίνοι μοναχοί. Το 1099 το άσυλο απέκτησε αυτόνομη υπόσταση κι οι μοναχοί που υπηρετούσαν εκεί αποκόπηκαν από τους Βενεδικτίνους και ονομάστηκαν Τάγμα των Περιθαλπόντων Μοναχών. Πρώτος αρχηγός του νέου τάγματος ήταν ο Gerard Tum, που πέθανε το 1120.
Το 1309 το νησί πουλήθηκε στο τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ. Χαρακτηριστικό έμβλημα του νέου τάγματος ήταν ο σταυρός της Ωβέρνης ή της Μάλτας. Έχοντας οπισθοχωρήσει από την Ιερουσαλήμ και αργότερα από την Κύπρο, το τάγμα ίδρυσε την έδρα του στη Ρόδο και απέκτησε κατά την χρονική περίοδο αυτή ηγετικό ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο. Κατά την διάρκεια της παραμονής των Ιπποτών στη Ρόδο, οι οχυρώσεις επεκτάθηκαν, εκσυγχρονίστηκαν και συνεχώς ενισχύονταν. Ένα νοσοκομείο, ένα παλάτι, αρκετές εκκλησίες ήταν ορισμένα από τα πολλά δημόσια κτίρια τα οποία ανεγέρθησαν την εποχή αυτή. Τα κτίρια αυτά αποτελούν αξιοσημείωτα παραδείγματα της Γοτθικής και Αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής. Παρ’ όλες τις προστριβές που υπήρχαν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, το θαλάσσιο εμπόριο αποτελούσε πηγή πλούτου και οι αγορές της πόλης ήταν ακμάζουσας. Την περίοδο της κατοχής των Ιπποτών το νησί της Ρόδου διήγε περίοδο ακμής και οι σχέσεις μεταξύ των Ιπποτών και των ντόπιων χαρακτηρίζονταν από ανοχή και συχνά από στενή συνεργασία. Η πόλη είχε διαιρεθεί σε δύο ζώνες με ένα εσωτερικό τείχος. Το βόρειο τμήμα το οποίο ήταν γνωστό ως Chastel, Chateau, Castrum, Castellum ή Conventus, όπου βρισκόταν το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου, ο καθολικός καθεδρικός ναός και η κατοικία του καθολικού επισκόπου, τα καλύμματα των «γλωσσών», οι κατοικίες των Ιπποτών, ένα νοσοκομείο κ.ά. Το νότιο τμήμα γνωστό ως ville, burgus ή burgum ήταν η περιοχή όπου ζούσαν οι λαϊκοί και περιλάμβανε την αγορά, συναγωγές, εκκλησίες καθώς και δημόσια και εμπορικά κτίρια. Οι περισσότεροι από τους δρόμους της Μεσαιωνικής πόλης συμπίπτουν με τους δρόμους της αρχαίας πόλης ενώ διατηρήθηκε η διαίρεση της πόλης σε δύο ζώνες. Το τάγμα στη Ρόδο διατηρούσε ένα πολύ καλά οργανωμένο αρχείο το οποίο περιλάμβανε έγγραφα που είχαν εκδοθεί από τις διοικητές αρχές, αλληλογραφία, νομικά έγγραφα κ.α.Το αρχείο αυτό διατηρείται έως τις μέρες μας και σώζεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Μάλτας. Το αρχείο αυτό αποτελεί μια αξιόλογη πηγή πληροφόρησης για την περίοδο αυτή.
Το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου
Το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου αποτελεί το σημαντικότερο ίσως μνημείο της Ιπποτοκρατίας. Χτισμένο στην κάτω Ακρόπολη της Αρχαίας Ρόδου, όπου ήταν η αρχική θέση του ναού του Θεού Ήλιου, δημιουργήθηκε τον 14ο αιώνα το παλάτι από τους ιππότες του Αγίου Ιωάννη, προκειμένου να αποτελέσει την προσωπική κατοικία του Μεγάλου Μαγίστρου. Παράλληλα λειτουργούσε και ως το διοικητικό κέντρο της πόλης. Το παλάτι καταστράφηκε το 1856 μετά από μια ισχυρή έκρηξη πυρίτιδας και ανακατασκευάστηκε το 1940 από τους Ιταλούς, οι οποίοι ακολούθησαν τα αρχικά σχέδιά του. Κατά τη διάρκεια της ιταλικής αναστήλωσης, το κτήριο έλαβε τη σημερινή του διαρρύθμιση, αποτελώντας το διοικητήριο, αλλά και την κατοικία του Ιταλού διοικητή. Αντικείμενα που κεντρίζουν το ενδιαφέρον είναι τα ψηφιδωτά δάπεδα που μεταφέρθηκαν από τους Ιταλούς, κυρίως από κοσμικά και εκκλησιαστικά κτήρια της Κω, με σκοπό να διακοσμήσουν το Παλάτι. Εκτός από τα εντυπωσιακά ψηφιδωτά, υπάρχουν επίσης κίονες και κιονόκρανα, μεσαιωνικά έπιπλα, καθρέπτες, πίνακες, κηροστάτες και άλλα αντικείμενα που συμπληρώνουν τον διάκοσμο του επιβλητικού οικοδομήματος.
Σε τμήμα του ισογείου του Παλατιού, σε διαδοχικές αίθουσες, στεγάζεται η μόνιμη έκθεση της 4ης ΕΒΑ με τίτλο “Η Ρόδος από την παλαιοχριστιανική εποχή μέχρι την κατάληψή της από τους Τούρκους (1522)”. Σε αυτήν περιλαμβάνονται διάφορα ευρήματα των ανασκαφών, που διεξήχθησαν στη Μεσαιωνική Πόλη (κεραμικά, γλυπτά, αποτοιχισμένες τοιχογραφίες, φορητές εικόνες, έργα μικροτεχνίας κτλ.)
Το αρχαιολογικό Μουσείο
Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Ρόδου στεγάζεται στο πρώην Νοσοκομείο των Ιπποτών, στη Μεσαιωνική Πόλη. Η ανέγερση του συγκεκριμένου κτηρίου ξεκίνησε το 1440 με χρήματα που άφησε με το θάνατό του ο προκάτοχός του Fluvian (Φλουβιανός), αλλά ολοκληρώθηκε 49 χρόνια αργότερα από τον Μάγιστρο D’ Aubusson, μεταξύ 1476-1503. Πρόκειται για κτίσμα γοτθικού ρυθμού με αναγεννησιακά στοιχεία. Οξυκόρυφη πόρτα αποτελεί την είσοδο του Μουσείου η οποία καλύπτεται με υστερογοτθικά σταυροθόλια. Στην αυλή, απέναντι από την είσοδο, πλαισιώνεται διώροφη στοά, στην οποία ανοίγουν οι αίθουσες και οι αποθήκες του Μουσείου. Εκεί δεσπόζει καθιστό λιοντάρι με κεφάλι ταύρου στα πόδια του,ψηφιδωτό δάπεδο από την παλαιοχριστιανική βασιλική της Αρκάσας στην Κάρπαθο καθώς και ένα δεύτερο ψηφιδωτό, επίσης από την Αρκάσα Καρπάθου, που έχει τοποθετηθεί στην εσωτερική αυλή μπροστά από τις αποθήκες του Μουσείου. Στον όροφο βρίσκονται η μεγάλη αίθουσα των ασθενών, η τραπεζαρία και οι αίθουσες της αρχαιολογικής συλλογής. Στη μεγάλη αίθουσα των ασθενών έχουν εκτεθεί ανάγλυφες επιτύμβιες πλάκες των ιπποτών, ιπποτικά εμβλήματα και ρωμαϊκή σαρκοφάγος που χρησιμοποιήθηκε ως τάφος του Μεγάλου Μαγίστρου Κορνεγιάν. Στην τραπεζαρία έχουν τοποθετηθεί ανάγλυφες επιτύμβιες στήλες της Ύστερης Αρχαιότητας από τη Νίσυρο.
Στις αίθουσες της νότιας πλευράς της στοάς εκτίθενται δείγματα της ροδιακής πλαστικής από την Αρχαϊκή ως τη Ρωμαϊκή περίοδο.Η μόνιμη συλλογή του Αρχαιολογικού Μουσείου της Ρόδου αποτελείται από ευρήματα ανασκαφών της ιταλοκρατίας κυρίως, στη Ρόδο και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα. Μυκηναϊκά κοσμήματα, αγγεία και μικροαντικείμενα από ταφικά σύνολα της Ιαλυσίας και της Καμίρου από τη Γεωμετρική ως την Κλασική περίοδο (9ος-4ος αιώνας π.Χ.), γλυπτά Κλασικής και Ελληνιστικής περιόδου και ροδιακά νομίσματα Ελληνιστικών χρόνων αποτελούν τα κύρια εκθέματα του Μουσείου. Στόχος της έκθεσης είναι η ανάδειξη των σημαντικότερων ευρημάτων από τη Ρόδο που βοηθούν στην πληρέστερη κατανόηση της αρχαίας ιστορίας του τόπου.
Πηγές:
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου